Αναλυτικά η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου περί των Capital Controls αναφέρει τα εξής:
2. Κατά την τραπεζική αργία δύνανται να πραγματοποιούνται:
α) αναλήψεις μετρητών από τις αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές, υποκείμενες σε ημερήσιο όριο ανά κάρτα το οποίο ορίζεται σε 60 ευρώ, δυνάμενο να τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Οι αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές θα λειτουργήσουν εντός το πολύ δώδεκα (12) ωρών κατά την πρώτη μέρα ισχύος της παρούσας.
β) συναλλαγές άνευ περιορισμών, πέραν αυτών που ίσχυαν πριν την έκδοση της παρούσας με πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες για πληρωμές στο εσωτερικό της χώρας, δηλαδή για πληρωμές σε πίστωση λογαριασμού που τηρείται στην Ελλάδα.
γ) πληρωμές με τη χρήση προπληρωμένων καρτών αποκλειστικά έως του ποσού που εμφανιζόταν ως υπόλοιπο πριν από την έναρξη της τραπεζικής αργίας. Νέες προπληρωμένες κάρτες δεν μπορούν να εκδοθούν.
δ) συναλλαγές από απόσταση (ηλεκτρονικής τραπεζικής − Web Banking − ή συναλλαγές διά της τηλεφωνίας), για πληρωμές στο εσωτερικό της χώρας, δηλαδή για πληρωμές σε πίστωση λογαριασμού που τηρείται στην Ελλάδα.
ε) αναλήψεις μετρητών μέσω καρτών που έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό από τις αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές. Περιορισμοί στα όρια ανάληψης αυτών των καρτών δύναται να καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Κατά την τραπεζική αργία δεν μπορεί να διενεργηθεί καμία άλλη τραπεζική εργασία. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύνανται να εξαιρούνται και άλλες κατηγορίες συναλλαγών, με την ίδια, δε, απόφαση καθορίζεται και η διαδικασία που ακολουθείται στις περιπτώσεις αυτές.
3. Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται στις εξής περιπτώσεις:
α. συναλλαγές με την Τράπεζα της Ελλάδος,
β. διασυνοριακές εντολές πληρωμών που αφορούν αποκλειστικά στην πίστωση ενός λογαριασμού που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί στην Ελλάδα,
γ. εκκαθάριση συναλλαγών, οι οποίες έχουν καταχωρηθεί στα οικεία κεντρικά συστήματα πληρωμών (TARGET2−GR, EURΟ1, ΔΙΑΣ) και διακανονισμών, ενδεικτικά όπως Κεντρικό Αποθετήριο Αθηνών και Σύστημα Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων με Λογιστική Μορφή/΄Αϋλοι Τίτλοι, πριν τη θέση σε ισχύ της παρούσας Πράξης,
δ. συγκεκριμένες συναλλαγές, οι οποίες κρίνονται αναγκαίες με απόφαση της Επιτροπής της επομένης παραγράφου, και
ε. συναλλαγές της Ελληνικής Δημοκρατίας.
4. Συνιστάται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους Επιτροπή Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών. Αρμοδιότητα της ως άνω Επιτροπής αποτελεί η έγκριση των κατά την παράγραφο 3, στοιχείο δ της παρούσας συναλλαγών κατά τη διάρκεια της τραπεζικής αργίας, υπό την προϋπόθεση ότι οι ως άνω συναλλαγές κρίνονται αναγκαίες για τη διαφύλαξη ενός δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, συναλλαγών για την πληρωμή ιατρικών εξόδων ή εισαγωγών φαρμακευτικών ειδών. Η Επιτροπή είναι πενταμελής και συγκροτείται από τα εξής πρόσωπα:
α) τον Γενικό Διευθυντή Δημοσιονομικής Πολιτικής και Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους του Υπουργείου Οικονομικών, ως Πρόεδρο, με τον Διευθυντή Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους του Υπουργείου Οικονομικών ως αναπληρωτή του,
β) τον Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων του Υπουργείου Οικονομικών, ως αναπληρωτή του,
γ) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Εποπτευόμενων Εταιρειών της Τράπεζας της Ελλάδος και τον Τμηματάρχη της Διεύθυνσης Χρηματοοικονομικών Δραστηριοτήτων της Τράπεζας της Ελλάδος, ως αναπληρωτή του,
δ) έναν εκπρόσωπο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που ορίζονται με απόφαση των Προέδρων τους. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής ορίζει περαιτέρω έναν υπάλληλο από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, κατηγορίας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (Π.Ε.), ως γραμματέα της Επιτροπής.
5. Δεν θα οφείλεται τόκος υπερημερίας για τη διάρκεια της τραπεζικής αργίας σε ό,τι αφορά απαιτήσεις που καθίστανται απαιτητές κατά τη διάρκειά της. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι προθεσμίες λήξης, εμφάνισης και πληρωμής αξιόγραφων και αναστέλλονται οι δικαστικές προθεσμίες.
6. Η Τράπεζα της Ελλάδος επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα για κάθε παράβαση της παρούσας πρόστιμο ύψους έως του ενός δεκάτου του ποσού της αντίστοιχης συναλλαγής. Επιπλέον, το πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να καταγγείλει την σύμβαση εργασίας ή έργου του προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε άλλο ζήτημα που αφορά την εφαρμογή των ρυθμίσεων της παρούσας.
Πηγή: Capital.gr