Επιστρέφοντας από την Κρήτη, του Ευστάθιου Λιακόπουλου
Η απλότητα της έκφρασης πάντοτε περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο την ουσία.
Μου είπε ένας πελάτης, επαγγελματίας, ιδιοκτήτης νυκτερινών μαγαζιών. «Στην Ελλάδα σήμερα, είτε δεν έχεις χρήματα είτε σου τα παίρνουν». Είναι δυνατόν να πρέπει να ανταπεξέλθω σε ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων ύψους € 11.000 μηνιαίως και την Δευτέρα να μένει να πάρω € 200;
Ποιο το κίνητρο μου;
Μου έκανε τόση εντύπωση γιατί τελικά μέσα στην απλότητα και την αμεσότητα του περιέγραψε με τον καλύτερο τρόπο την αλήθεια.
Το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού μας συνθλίβεται στην φτώχεια, την περιστασιακή εργασία, την ανεργία ακόμα χειρότερα στην αβεβαιότητα και την ψυχολογική εξαθλίωση. Έχασε ο κόσμος την αξιοπρέπεια του. Το σπουδαιότερο απόκτημα του.
Ένα άλλο μέρος του πληθυσμού, το μικρότερο, που επιτυγχάνει μέσα από πολλές κακουχίες θετικά οικονομικά αποτελέσματα, ακόμα και μέτρια συνθλίβεται από την υπέρ-φορολόγηση, τις ασφαλιστικές εισφορές, τις υποχρεώσεις προσπαθώντας να είναι συνεπές.
Δεν μπορεί τίποτε να προχωρήσει σε μια τέτοια οικονομία. Μια οικονομία εθνικής κατάθλιψης, ανασφάλειας, υπερ-φορολόγησης, παράλογων ασφαλιστικών εισφορών.
Ποιος μπορεί να αποδεχθεί να καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές ύψους € 1.700 μηνιαίως για να έχει αν έχει μετά από τριάντα έτη, μια σύνταξη ύψους € 360. Όσο και να προσπαθήσει να προσαρμοστεί στο παράλογο ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να συμβιβαστεί.
Με ποια λογική πρέπει να προπληρώνεις το φόρο του επόμενου έτους, τι είναι η εισφορά αλληλεγγύης και τόσα άλλα.
Νομίζω ότι ακόμα και οι ρομαντικοί οι οποίο είχαν την σωστή φιλοσοφία να συμβάλλουμε σε ένα ισχυρό κράτος το οποίο θα παρέχει ευημερία στους πολίτες του απογοητεύτηκαν από την παντελή αδυναμία της πολιτείας να παράσχει ακόμα και τα αυτονόητα.
Ένα σχολείο το οποίο να στοχεύει στην ενοχοποιημένη πλέον αριστεία, ένα παιδικό σταθμό, ένα ποιοτικό σύστημα υγείας.
Δεν μπορείς να έχεις μόνο απαιτήσεις από τους πολίτες σου, πρέπει να έχεις και ένα επίπεδο παροχών. Δυστυχώς στη χώρα μας το επίπεδο παροχών είναι κάκιστο.
Με αυτά και με αυτά συνεχίζουμε να προσπαθήσουμε να ανταπεξέλθουμε στον παραλογισμό.
Κρίμα. Αλλά ας μην εγκαταλείψουμε.. Θα είναι ακόμα χειρότερα