Η απάντηση εξαρτάται από την αιτία της μη θετικής εξέλιξης.
Σκεπτόμενοι τα αίτια μιας αρνητικής απόφασης στην διαδικασία του εξωδικαστικού θα λέγαμε ότι κυρίως αυτά θα μπορούσαν να είναι:
- Υπερβολικές αξιώσεις του αιτούντα.
- Λάθη και αστοχίες κατά την διαδικασία.
- Μη ύπαρξη βιωσιμότητας.
Θεωρητικά αν έχουμε αρνητική εξέλιξη λόγω υπερβολικών αξιώσεων ή σφαλμάτων, υπάρχει πεδίο επαναπροσδιορισμού, αρκεί να υπάρξει κατανόηση και πλέον πολύ οργανωμένη και σοβαρή προσέγγιση.
Έχουμε πολλές φορές επισημάνει την ευθύνη ημών των συμβούλων να εξηγούμε και νουθετούμε θα έλεγα τους πελάτες σε λύσεις εφαρμόσιμες. Πολλές φορές κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, αφού υπάρχουν πιέσεις τόσο από τους πελάτες όσο και από τις φημολογίες.
Είναι όμως καθήκον κάθε σοβαρού συμβούλου, κάθε σοβαρής επιχείρησης να εξηγήσει με επιχειρήματα στον πελάτη ποιο είναι το μέγιστο εφικτό έναντι του επιθυμητού.
Σίγουρα ο πελάτης που δέχθηκε το πλήγμα μια αρνητικής απάντησης από υπερβολικές αξιώσεις ή σφάλματα, πρέπει να κινηθεί γρήγορα ερχόμενος σε επαφή με τους πιστωτές, επανατοποθετώντας την έννοια της εμπιστοσύνης και αξιοποιώντας την διαδικασία του κώδικα τραπεζικής δεοντολογίας.
Άμεσος στόχος να επιτύχει έναν αξιοπρεπή έντιμο συμβιβασμό.
Αν η αιτία είναι η απουσία βιωσιμότητας και αυτό είναι αντικειμενικό γεγονός τότε, θα πρέπει πάλι ο επιχειρηματίας να οργανώσει την δράση του για μια στοχευμένη και με ομαλό τρόπο διακοπή λειτουργίας εκείνης της δραστηριότητας.
Πάντοτε υπάρχουν λύσεις αρκεί να υπάρχει συνειδητοποίηση, σοβαρότητα, οργάνωση.