Γράφει ο Αρεταίος Σαββίδης.
Η κρίση του COVID 19, ήρθε να αλλάξει πολλές από τις δεδομένες βεβαιότητες μας. Πολλά από τα μέτρα που σήμερα εξ ανάγκης υιοθετούνται είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσουν να ισχύουν για καιρό μετά από το τέλος της. Ο κόσμος αναγκαστικά μαθαίνει να ζει με άλλο τρόπο. Για πρώτη φορά στην χώρα μας έχουμε Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Για πρώτη φορά εξαιτίας αυτής της κρίσης, πολλές υπηρεσίες του κράτους έχουν αρχίσει να προσφέρονται διαδικτυακά. Βλέπουμε μεταρρυθμίσεις που απαιτούσαν χρόνια να υλοποιηθούν να είναι η νέα μας καθημερινότητα.
Η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας δημοσίευσε προχθές, μελέτη, για την εξέλιξη της ψηφιοποίησης σε παγκόσμιο επίπεδο και την θέση της Ελλάδας σε αυτή. Βασικό συμπέρασμα της ανάλυσης είναι η άμεση ανάγκη υιοθέτησης στοχευμένων πολιτικών για ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η χρήση του Διαδικτύου έχει αυξηθεί εκθετικά, με τον αριθμό των χρηστών να αυξάνεται κατά 260% τα τελευταία 15 χρόνια, ενώ παράλληλα ο όγκος του ηλεκτρονικού εμπορίου έχει 10πλασιαστεί κατά την ίδια περίοδο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών, οι συνδέσεις “από μηχανή σε μηχανή” θα φθάσουν τις 4 δισ. το 2021, από 1,8 δισ. το 2018. Η Μελέτη αυτή όπως και πολλές άλλες, τονίζουν με έμφαση ότι η τάση αυτή πιθανότατα θα επιταχυνθεί περαιτέρω μετά την υιοθέτηση έκτακτων ψηφιακών στρατηγικών από τις κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας στη λειτουργία τους.
Ωστόσο, η ψηφιακή αυτή έκρηξη δε φαίνεται να άγγιξε όλες τις χώρες στον ίδιο βαθμό. Σε αυτή την οπτική, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας ανέπτυξε ένα Δείκτη Επιχειρηματικής Ψηφιοποίησης, με σκοπό την εκτίμηση της ψηφιακής ανταγωνιστικότητας του επιχειρηματικού τομέα κάθε χώρας. Βάσει του Δείκτη αυτού η Ελλάδα παρουσιάζει 37 μ.β. υστέρηση έναντι της Ευρώπης και 14μ.β. έναντι των βαλκανικών χωρών. Μέρος της απάντησης κρύβεται στο γεγονός ότι η Ελλάδα έχει υψηλό μερίδιο πολύ μικρών επιχειρήσεων (30% των πωλήσεων, έναντι 18% στην ΕΕ). Αξιοσημείωτο επίσης είναι, ότι αυτή την υστέρηση εμφανίζουν και οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, με μόλις το 10% να έχει ολοκληρωμένο ψηφιακό σύστημα (έναντι 18% στην ΕΕ).
Λίγες είναι πλέον οι εμπορικές δραστηριότητες που απαιτούν την ύπαρξη φυσικού καταστήματος, γεγονός που καταδεικνύει την ανάγκη επένδυσης στις online πωλήσεις είτε αποκλειστικά είτε συμπληρωματικά στις πωλήσεις του δικτύου φυσικών καταστημάτων. Πρακτικά, τα οφέλη για έναν λιανέμπορο από ένα ηλεκτρονικό κατάστημα καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα της δραστηριότητάς του, από τη δημοφιλία του brand και την αύξηση της επισκεψιμότητας στα φυσικά καταστήματα μέχρι την παράλληλη αύξηση των συνολικών πωλήσεων της επιχείρησης. Επαγγελματίες της αγοράς πάντως τονίζουν τη σημασία ενός φυσικού καταστήματος ειδικά στην ελληνική αγορά, λόγω των χαρακτηριστικών του μέσου καταναλωτή που αναζητά αξιοπιστία στις διαδικτυακές υπηρεσίες και συχνά εμφανίζεται δύσπιστος. Επίσης ένα ηλεκτρονικό κατάστημα λειτουργεί σε 24ωρη βάση και όλες τις ημέρες του έτους, γεγονός που διευρύνει τα περιθώρια ανάπτυξης των πωλήσεων, οικοδόμησης σχέσης εμπιστοσύνης, δέσμευσης των πελατών κ.ο.κ.
Ας σημειωθεί επίσης ότι οι περιορισμένες δαπάνες, μεταξύ άλλων και για εκπαίδευση και ανάπτυξη ανθρώπινου δυναμικού, κάτι που απαιτείται στα φυσικά καταστήματα, αφήνουν περιθώρια επένδυσης στις τιμές των προϊόντων και άρα στην ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης.
Ταυτόχρονα μέσω των e-shop και ευρύτερα της διαδικτυακής παρουσίας τους, συμπεριλαμβανομένων των ιστοσελίδων τους και των προφίλ τους στα social media, τα brands και οι λιανέμποροι που τα αναπτύσσουν έχουν πλέον αποκτήσει μια μεγάλη γκάμα από νέα εργαλεία πωλήσεων. Με το online marketing για παράδειγμα, πέρα από τις δυνατότητες ανάπτυξης του πελατολογίου αναδεικνύονται σημαντικές δυνατότητες ανάλυσης άμεσα μετρήσιμων στοιχείων. Ενδεικτικά, διαπιστώνεται ότι ο τζίρος των λιανέμπορων που αξιοποιούν το sms marketing μπορεί ακόμη και να διπλασιαστεί, όπως αποτυπώνεται σε στοιχεία που είδαν προ ημερών το φως της δημοσιότητας και βασίζονται στη μεγάλη διείσδυση των νέων τεχνολογιών στην τοπική αγορά, με έναν στους τέσσερεις καταναλωτές να χρησιμοποιεί το κινητό του για να συγκρίνει τιμές ακόμα και τη στιγμή που κάνει τις αγορές του. Με το 85% των online καταναλωτών στην Ελλάδα να πραγματοποιούν το 80% των αγορών τους σε εγχώρια ηλεκτρονικά καταστήματα (με βάση στοιχεία του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτρονικού Εμπορίου – ΕΣΗΕ), γίνεται σαφές ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις καλούνται να επενδύουν διαρκώς στα e-shops τους ανοίγοντας κανάλια επικοινωνίας στην κατεύθυνση της πιο προσωπικής και άμεσης επικοινωνίας με την πελατεία τους. Ας σημειωθεί ότι ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτρονικού Εμπορίου (ΕΣΗΕ) αναφέρει ότι στο τέλος του 2019 ο τζίρος του ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα άγγιξε τα 4 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 8% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ενώ την ίδια ώρα το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 16 έως 74 ετών που έχουν χρησιμοποιήσει το διαδίκτυο τουλάχιστον μία φορά για να αγοράσουν κάτι έχει αυξηθεί από 27% το 2012 σε πάνω από 40% στο τέλος του 2018. Ειδικά για τις μικρότερες ηλικίες καταναλωτών το κινητό τηλέφωνο είναι το βασικό «εργαλείο» των αγορών τους αλλά και της ενημέρωσης τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι 1 στους 4 καταναλωτές χρησιμοποιεί το κινητό του για να συγκρίνει τιμές ακόμα και τη στιγμή που ετοιμάζεται να κάνει μία αγορά, ενώ οι πληρωμές μέσω κινητού αναμένεται να ξεπεράσουν το 40% των συνολικών συναλλαγών στις μεγάλες αγορές των ΗΠΑ, της Κίνας και της Ε.Ε. Είναι βέβαιο ότι επόμενη μελέτη θα δείχνει ακόμη περισσότερο την μεγέθυνση αυτής της τάσης. Η χώρα μας καλύπτει αυτή την υστέρηση γρήγορα εξαιτίας των συνθηκών που επιβάλλει πια αυτή η επιδημιολογική κρίση.
Όλα αυτά τα πλεονεκτήματα που προαναφέρθηκαν αλλά και οι στατιστικές μελέτες που παρατέθηκαν για την τεκμηρίωση τους, συμβάλλουν ως γνωστικό υπόβαθρο στην μείωση του ρίσκου και για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στο ξεκίνημά τους. Αλλά και οι περισσότερες υφιστάμενες επιχειρήσεις μπορούν δυνητικά να αναπροσαρμόσουν την στρατηγική τους όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο πωλούν ή προωθούν τα προϊόντα τους. Το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει αναβαθμιστεί πλέον από μια καινοτόμο διαδικασία σε ένα βασικότατο κανάλι διανομής, τουλάχιστον ισότιμο με τα συμβατικά. Οφείλουν λοιπόν οι επιχειρηματίες να το αντιμετωπίσουν με την ανάλογη προσοχή και να διοχετεύσουν προς αυτήν την κατεύθυνση ένα σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων τους.
Το μέλλον των αγορών έχει γίνει πλέον παρόν και μας προκαλεί!
Η BSS είναι δίπλα στο πελατολόγιο της στην προσπάθεια ψηφιακού μετασχηματισμού αναζητώντας, επιδότηση – χρηματοδότηση, προτείνοντας επιλεγμένους συνεργάτες για την υλοποίηση και την υποστήριξη.